Αρχείο Κωνσταντίνου Τσάτσου
Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος γεννήθηκε το 1899 στην Αθήνα όπου και έζησε μέχρι το θάνατό του, το 1987. Ήταν πρωτότοκος γιος του δικηγόρου και πολιτικού Δημητρίου Τσάτσου και της Θεοδώρας, το γένος Ευστρατιάδη με καταγωγή από την Τεργέστη. Είχε έναν μικρότερο αδερφό τον Θεμιστοκλή (Μίστο). Ήταν παντρεμένος με την Ιωάννα Σεφεριάδου και είχε δυο κόρες (Δέσποινα Τσάτσου-Μυλωνά και Ντόρα Τσάτσου-Συμεωνίδη). Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1914-18). Παράλληλα με τις σπουδές του ασχολήθηκε με τα έργα των κλασσικών ελλήνων και λατίνων συγγραφέων καθώς και με την νεοελληνική λογοτεχνία και την ποίηση. Δημοσίευσε δύο τόμους ποιημάτων και θεατρικών έργων με το ψευδώνυμο Ήβος Δελφός. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μέχρι το 1920 τοποθετήθηκε στην ελληνική διπλωματική αντιπροσωπεία στο Παρίσι. Με την ιδιότητά του αυτή, εργάστηκε στην αποκρυπτογράφηση κειμένων και συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών (συνέδριο Ειρήνης υπό τον Ελ.Βενιζέλο). Υπηρέτησε στον ελληνικό στρατό (1920-1923) και μάλιστα στο μέτωπο της Μικράς Ασίας. Μετά το θάνατο του πατέρα του ανέλαβε το δικηγορικό του γραφείο μαζί με τον Γ. Μαριδάκη όπου εργάστηκε μέχρι το 1930. Μετά τις μεταπτυχιακές σπουδές του στη φιλοσοφία και φιλοσοφία του δικαίου στη Χαϊδελβέργη (1925-1928) επέστρεψε στην Αθήνα. Ανακηρύχθηκε Διδάκτωρ της Νομικής το 1929 με τη διδακτορική διατριβή «Η Νομική ως τεχνική και επιστήμη», υφηγητής το 1930 με διατριβή επί υφηγεσία «Φιλοσοφία και επιστήμη του Δικαίου» και έκτακτος καθηγητής στη Νομική Σχολή Αθηνών το 1932 στην έδρα της Εισαγωγής στην Επιστήμη του Δικαίου και της Φιλοσοφίας του Δικαίου. Το 1933 διορίστηκε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και μαζί με άλλους καθηγητές οργάνωνε πανεπιστημιακά φροντιστηριακά μαθήματα για τελειόφοιτους φοιτητές. Το διάστημα 1935-1938 δίδαξε και στην Πάντειο το μάθημα «Η κοινωνική φιλοσοφία των αρχαίων Ελλήνων». Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά (1939), συνελήφθη και εκτοπίσθηκε στη Σκύρο πρώτα και μετά στις Σπέτσες. Το 1941 απολύθηκε από το Πανεπιστήμιο και το 1944 διέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου διορίστηκε τεχνικός σύμβουλος της εξόριστης κυβέρνησης Τσουδερού. Eπανήλθε στα πανεπιστημιακά του καθήκοντα μετά την απελευθέρωση. Από το 1945 έως το 1967 διετέλεσε Υπουργός σε διάφορα υπουργεία. Μετά τη μεταπολίτευση το 1974, ανέλαβε το Υπουργείο Πολιτισμού στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Στις βουλευτικές εκλογές του 1974 εξελέγη Βουλευτής Επικρατείας με το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Επίσης διετέλεσε Πρόεδρος της Επιτροπής Σύνταξης του ισχύοντος Συντάγματος στην περίοδο 1974-1975. Στις 20 Ιουνίου 1975, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος εξελέγη από τη Βουλή Πρόεδρος της Δημοκρατίας, με 210 ψήφους επί 295 παρόντων βουλευτών. Διετέλεσε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας μέχρι το Μάιο του 1980. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος δημοσίευσε πλήθος επιστημονικών μελετών, νομικών και φιλοσοφικών συγγραμμάτων καθώς και λογοτεχνικών έργων. Επίσης έχει πλούσια αρθρογραφία στον τύπο. Το 1961 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας διετέλεσε Αντιπρόεδρος και Πρόεδρος (1966). Το 1979 εξελέγη ξένος εταίρος της Ακαδημίας Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών της Γαλλίας και επίτιμος διδάκτωρ της Σορβόννης. Εξελέγη επίσης ξένος εταίρος των Ακαδημιών της Ρουμανίας και του Μαρόκου το 1980, καθώς και μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών, Τέχνης και Γραμμάτων το 1981. Το 1980 του απονεμήθηκε το μέγα ευρωπαϊκό βραβείο Κούντενχοβε-Καλλέργη (Coudenhove-Kalergi).